
-
Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΑΒΒΑΚΟΥΜ
-
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΙΩΑΝΝΗΣ, ΗΡΑΚΛΑΙΜΩΝ, ΑΝΔΡΕΑΣ και ΘΕΟΦΙΛΟΣ οι Ερημίτες
-
Ο ΑΓΙΟΣ ΣΟΛΟΜΩΝ Αρχιεπίσκοπος Εφέσου
-
Η ΑΓΙΑ ΜΥΡΩΠΗ ή Μερόπη
-
Ο ΑΓΙΟΣ ΑΒΙΒΟΣ ο νέος
-
Ο ΑΓΙΟΣ ΜΩΥΣΗΣ (ή Μωσής) ο Ομολογητής
-
Ο ΟΣΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ο Φιλεώτης
-
Ο ΟΣΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ο Έγκλειστος
-
Ο ΟΣΙΟΣ ΑΒΒΑΚΟΥΜ
-
[Ο ΟΣΙΟΣ ΙΣΙΔΩΡΟΣ]
- Ο ΟΣΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ Ο ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ
Αναλυτικά
Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΑΒΒΑΚΟΥΜ
Ό Αββακούμ, που το όνομά του σημαίνει «θερμός εναγκαλισμός», ήταν από τη φυλή του Συμεών και γιος του Σαφάτ.
Ο χρόνος που έδρασε τίθεται μεταξύ 650 και 672 π.Χ.
Στο προφητικό του βιβλίο, που διακρίνεται για την αξιόλογη λογοτεχνική του χάρη, ελέγχει τον ιουδαϊκό λαό, επειδή παρεξέκλινε από την αληθινή θρησκεία στην ειδωλολατρία.
Να τι συγκεκριμένα αναφέρει, σχετικά με το πως πρέπει κανείς να πιστεύει στο Θεό:
«Εάν υποστείληται, ουκ ευδοκεί η ψυχή μου εν αυτώ· ο δε δίκαιος εκ πίστεως μου ζήσεται. Εγώ δε εν τω Κυρίω αγαλλιάσομε, χαρίσομε επί τω Θεώ τω σωτήρι μου». Αββακούμ, Β’ 4, Γ’ 18..
Που σημαίνει, αν κανείς λιποψυχήσει και αδημονήσει στις διάφορες δοκιμασίες, ας μάθει, λέει ο Κύριος, ότι δεν επαναπαύεται η ψυχή μου σ’ αυτόν. Ο δίκαιος που πιστεύει σ’ εμένα και τηρεί το Νόμο μου, θα σωθεί και θα ζήσει. Εγώ όμως, λέει ο Προφήτης, θα αγάλλομαι ελπίζοντας στον Κύριο. Θα γεμίσει χαρά η καρδιά μου για το σωτήρα μου Θεό.
Ο πρ. Αββακούμ πέθανε ειρηνικά και τάφηκε στον τόπο των πατέρων του.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ὄρος προέγραψας τὴν Θεοτόκον ἁγνήν, ἐξ ἧς ἡμῖν ἐλάμψεν ὁ τῶν ἁπάντων Θεός, σαρκὸς ὁμοιώματι. Ὅθεν σὲ ὡς προφήτην θεηγόρον τιμῶντες, χάριτος οὐρανίου μετασχεῖν δυσωποῦμεν, πρεσβείαις σου θεοδέκτοις, Ἀββακοὺμ ἔνδοξε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος β’.
Τοῦ Προφήτου σου Ἀββακοὺμ τὴν μνὴμην, Κύριε ἑορτάζοντες, δι᾽ αὐτοῦ σε δυσωποῦμεν· Σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΙΩΑΝΝΗΣ, ΗΡΑΚΛΑΙΜΩΝ, ΑΝΔΡΕΑΣ και ΘΕΟΦΙΛΟΣ οι Ερημίτες
Κατάγονταν από την πόλη Οξύρρυγχο της Κάτω Αιγύπτου, στη δυτική όχθη του ποταμού Νείλου και ήταν γιοι γονέων χριστιανών. Διάβαζαν τις Άγιες Γραφές και θέλησαν την ερημική ζωή.
Στην έρημο, γνώρισαν κάποιο υπέργηρο ευσεβή ερημίτη και έμειναν κοντά του ένα χρόνο, ασκούμενοι.
Όταν πέθανε ο γέροντας τους, αυτοί έμειναν εκεί για 60 ολόκληρα χρόνια με πολλή άσκηση και προσευχή.
Κάθε Σάββατο, πήγαιναν στους πλησιέστερους συνοικισμούς και κήρυτταν στους ανθρώπους το λόγο του Θεού.
Έτσι στήριζαν ψυχές, μέχρι που ειρηνικά απεβίωσαν.
Ο ΑΓΙΟΣ ΣΟΛΟΜΩΝ Αρχιεπίσκοπος Εφέσου
Βλέπε 1 Δεκεμβρίου.
Η ΑΓΙΑ ΜΥΡΩΠΗ ή Μερόπη
Από τις πιο γενναίες γυναίκες, που μαρτύρησαν στα πρώτα χρόνια της χριστιανικής Εκκλησίας.
Έζησε στα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ. και γεννήθηκε στην πόλη Έφεσο.
Έχασε νωρίς τον πατέρα της και ανατράφηκε στην πίστη του Χριστού από τη μητέρα της, που καταγόταν από τη Χίο (λέγεται μάλιστα ότι στην Έφεσο, η Αγία πήγαινε καθημερινά στον τάφο της Αγίας Ερμιόνης, θυγατέρας του αποστόλου Φιλίππου και έπαιρνε το αναβλύζον απ’ αυτόν μύρο και τον έδινε με αφθονία στους πιστούς, γι’ αυτό και ονομάστηκε Μυρώπη).
Όταν ο Δέκιος εξαπέλυσε άγριο διωγμό κατά των χριστιανών, η Μυρόπη με τη μητέρα της άφησε την Έφεσο και πήγαν στη Χίο, όπου ευεργετούσαν απόρους ασθενείς. Αλλ’ ο διωγμός εξαπλώθηκε και στην ειρηνική Χίο και μεταξύ των θυμάτων ήταν και ο άγιος Ισίδωρος (14 Μαΐου).
Ο ειδωλολάτρης άρχοντας Νουμέριος, διέταξε να μείνει άταφο το σεπτό λείψανο του μάρτυρα. Αλλ’ η Μυρώπη, αφού διέφυγε της προσοχής του φύλακα, μαζί με τις υπηρέτριές της, πήρε το λείψανο και το έθαψε με μεγάλη ευλάβεια. Τότε ο Νουμέριος διέταξε να τιμωρηθεί αυστηρά ο φρουρός.
Η είδηση συντάραξε την φιλοδίκαια και ειλικρινή κόρη. Γι’ αυτό και παρουσιάστηκε χωρίς δισταγμό και είπε όλη την αλήθεια στον άρχοντα.
Ο Νουμέριος, χωρίς να συγκινηθεί από την ευψυχία της Μυρώπης, γεμάτος θυμό και εκδίκηση, διέταξε να τιμωρηθεί η Μυρώπη μέχρι θανάτου. Τότε οι στρατιώτες την ξάπλωσαν στη γη και την έδειραν σκληρά με χοντρά ραβδιά.
Η ανδρεία της Μυρώπης υπέμεινε τις θανατηφόρες πληγές, χωρίς κραυγή και λιποψυχία.
Εύψυχη με τη θεία χάρη, έμεινε ακλόνητη στην πίστη. Και παρέδωσε μετά από λίγο το πνεύμα της στη φυλακή, ανεβαίνοντας στα αθάνατα σκηνώματα των δικαίων.
Στον Συναξαριστή του Delehaye η μνήμη της γιορτάζεται στις 23 Νοεμβρίου.
Ο ΑΓΙΟΣ ΑΒΙΒΟΣ ο νέος
Υπήρξε στα χρόνια του βασιλιά Λικινίου (307-323) και ήταν διάκονος στην πόλη Θαλσεί.
Επειδή δίδασκε τον λόγο του Θεού περιφερόμενος πόλεις και χωριά, συνελήφθη.
Ομολόγησε τον Χριστό μπροστά στον έπαρχο και καταδικάστηκε να καεί ζωντανός στη φωτιά.
ΟΙ χριστιανοί αφού πήραν το άγιο λείψανό του, με τιμές το έθαψαν μαζί με αυτά των αγίων μαρτύρων Γουρία και Σαμονά (15 Νοεμβρίου) στο μέρος Βηθελακικλά.
Ο ΑΓΙΟΣ ΜΩΥΣΗΣ (ή Μωσής) ο Ομολογητής
Άγνωστος στον Συναξαριστή του Αγίου Νικόδημου.
Μνημονεύεται σαν Ομολογητής την 2α Δεκεμβρίου στον Συναξαριστή Delehaye.
Στον Παρισινό Κώδικα 1578 αναφέρεται την 3η Δεκεμβρίου σαν Μωϋσής ο οικονόμος, που μάλλον θα είναι ο ίδιος με τον ομολογητή.
Ο ΟΣΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ο Φιλεώτης
Γεννήθηκε το 1015 στο χωριό Φιλέα της επαρχίας Δέρκων της Θράκης. Κατά το Άγιο Βάπτισμα ονομάστηκε Κυριάκος (Κύριλλος υπήρξε έπειτα το καλογερικό του όνομα) και από μικρός διακρίθηκε στα Ιερά Γράμματα.
Στο εικοστό έτος της ηλικίας του παντρεύτηκε και απόκτησε παιδί.
Αλλ’ επειδή είχε ζήλο στο μοναχικό βίο, όπως όλοι της εποχής εκείνης, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη γυναίκα του και το παιδί του και να αποσυρθεί σε μοναστήρι, λέγοντας στη γυναίκα του: «ή να χωρίσουμε, ή να πάμε και οι δύο σε μοναστήρι».
Η γυναίκα του όμως δεν δέχτηκε τίποτα από αυτά και έτσι ο Κύριλλος έμεινε στο σπίτι του ζώντας ασκητικά.
Έπειτα ίδρυσε (1060) μοναστήρι στο χωριό εκείνο, του οποίου το ναό ανήγειρε ο Αλέξιος Κομνηνός.
Έτσι οσιακά έζησε ο Κύριλλος.
Απεβίωσε ειρηνικά το 1110.
Απολυτίκιο. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ως ξένος και πάροικος, των επιγείων τερπνών, ζωήν την ισάγγελον, επολιτεύσω σαφώς, Πατήρ ημών Κύριλλε· όθεν τας ουρανίους, ειληφώς αντιδόσεις, πρέσβευε θεοφόρε, τω Σωτήρι των όλων, δοθήναι τοις σε τιμώσι, χάριν και έλεος.
Ο ΟΣΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ο Έγκλειστος
«εν τω Σπηλαίω» (Ρώσος)
Ο ΟΣΙΟΣ ΑΒΒΑΚΟΥΜ
Κύπριος ασκητής εκ των Αλαμανών
Περισσότερα στο αφιέρωμα για τους Κυπρίους Αγίους
[Ο ΟΣΙΟΣ ΙΣΙΔΩΡΟΣ]
Ο όσιος Γέρων Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης (2 Δεκεμβρίου)
Μικρό ευλαβικό (και δοξολογικό πια) μνημόσυνο
(1906 έως 2 Δεκεμβρίου 1991)
Στη διεθνή πια ορθοδοξία το όνομα του Γέροντος Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου, και προ ολίγων μόλις ημερών νέου επισήμου οσίου της Εκκλησίας μας, λειτουργεί ως σημείο αναφοράς, ως αυθεντικός όρος φανέρωσης της ορθόδοξης πνευματικής ζωής, ως επί πλέον απόδειξη ορατής παρουσίας σήμερα εν τω κόσμω του αγίου Πνεύματος. Αυτός, όπως και οι σύγχρονοί του Γέρων Παΐσιος Αγιορείτης, Γέρων Ιάκωβος Τσαλίκης, Γέρων Σωφρόνιος Σαχάρωφ, θεωρούνται από εκείνους που η Εκκλησία μας έχει χαρακτηρίσει «Γέροντες», πνευματικούς δηλαδή καθοδηγητές, οι οποίοι ζώντας τον συνάνθρωπο μέσα στην καρδιά τους ως οργανικό στοιχείο της ύπαρξής τους, άνοιγαν σ’ αυτόν προοπτικές ελπίδας και ζωής, εκεί που όλα φάνταζαν σ’ αυτόν αδιέξοδα.
Κι αυτό γιατί η πλατειά αγάπη τους στον άνθρωπο – αποτέλεσμα της σκληρής ασκητικής προσπάθειας να καθαρίσουν την καρδιά τους από κάθε εμπαθή κίνηση και νόημα – τους έκανε να φωτίζονται από τον Θεό, ώστε να διαβλέπουν (διόραση) και να προβλέπουν (προόραση) τα «κλειστά» στους κοινούς ανθρώπους πράγματα και νοήματα του κόσμου τούτου. Με άλλα λόγια, οι Γέροντες αυτοί ήταν στα σύγχρονα με εμάς χρόνια που έζησαν ένα διαφανές πέρασμα, ώστε στο πρόσωπό τους να ψαύουμε τον ίδιο τον Θεό μας. Τον Χριστό ζούσαν, Αυτόν φανέρωναν, Αυτόν εξέπεμπαν, χωρίς πολλά λόγια τις περισσότερες φορές, αλλά πρωτίστως με το παράδειγμά τους.
Προ ολίγων μόλις ημερών είπαμε διακηρύχθηκε επισήμως από το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο η αγιότητα του Γέροντος Πορφυρίου. Ποιος όμως που τον είδε ή που άκουσε και διάβασε γι’ αυτόν, και προ της αγιοκατατάξεώς του, είχε την παραμικρή αμφιβολία περί της αγιότητάς του; Εν προκειμένω είχαμε μία πανορθόδοξη αποδοχή για την αγιότητα του ανδρός, τέτοια που ήταν πια θέμα ολίγου πράγματι χρόνου η ένταξή του στο εορτολόγιο της Εκκλησίας μας, όταν μάλιστα είχε μαρτυρηθή από όλα τα σημεία του πλανήτη η απειρία των θαυμάτων του. Κι είναι τούτο βεβαίως το σημαντικότερο αποδεικτικό στοιχείο: η συνείδηση του πιστού λαού. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας, ως γνωστόν, δεν είναι ένα εκκλησιαστικό ιεραρχικό όργανο που καθορίζει την ένταξη στις δέλτους των αγίων, μία κίνηση εκ των άνω, θα λέγαμε, αλλά ο ίδιος ο πιστός λαός, που έχει ζήσει τον άγιο άνθρωπο και βεβαιώνει εμπειρικά την αγιότητά του. Το εκκλησιαστικό όργανο έρχεται στη συνέχεια να επικυρώσει αυτό που ο λαός έχει διαπιστώσει. Τέτοιος άγιος λοιπόν, μαρτυρημένος από όλους, ήταν και είναι και ο Γέρων Πορφύριος.
Οι καταγραφές της θαυμαστής επέμβασής του στους ανθρώπους που τον πλησίαζαν και ζητούσαν τη βοήθειά του όσο ζούσε, αλλά και σ’ εκείνους που τον επικαλέστηκαν και μετά την κοίμησή του, είναι τόσες πολλές, ώστε πρέπει κανείς να προβληματιστεί πολύ για το ποιο βιβλίο να επιλέξει από τα κυκλοφορούμενα γι’ αυτόν. Υπάρχουν πάντως εκείνα που φαίνεται η αυθεντική καταγραφή για τον όσιο Γέροντα και που επιβεβαιώνεται η γνησιότητά τους και από τους υπευθύνους του Ησυχαστηρίου του στη Μαλακάσα Αττικής, της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Κι είναι πάντοτε μία ώρα χάριτος η επαφή του πιστού, ακόμη και του μη πιστού θα έλεγε κανείς, με κάποιο από αυτά τα βιβλία. Είναι σαν να διαβάζει τα παλαιά Γεροντικά, με τις ασκητικές ιστορίες και τα αγιασμένα λόγια των παλαιών μεγάλων αββάδων και οσίων. Η αίσθηση που αποκομίζει κανείς είναι η αύρα της παρουσίας του αγίου Πνεύματος: η παρηγορία της καρδιάς, η αύξηση της προσευχητικής διαθέσεως, η ενίσχυση της κλονισμένης θελήσεως, η ανάγκη αγαπητικής σχέσεως με τον συνάνθρωπο.
Δεν πρόκειται να αναφερθούμε σε περιστατικά των παραπάνω βιβλίων. Ο καθένας, είπαμε, μπορεί να τα βρει και να τα μελετήσει. Ας επιτραπεί όμως να καταγράψουμε μερικά από εκείνα που ακούσαμε από πολύ γνωστό και αγαπητό κληρικό της Ι. Μ. Πειρ., τον π. Γ.Κ., Γέροντα και αυτόν όχι μόνον κατά την ηλικία, αλλά και κατά τον τρόπο της ζωής, που έτυχε να γνωρίσει τον Γέροντα Πορφύριο και να τον έχει μάλιστα και ως πνευματικό του από το 1947. ´Ελεγε λοιπόν ότι στα πρώτα χρόνια της σχέσεώς του με εκείνον δεν τον είχε καταλάβει επακριβώς. Ο όσιος Γέρων Πορφύριος απεκάλυπτε κατά καιρούς στοιχεία και περιστατικά από την προσωπική και οικογενειακή ζωή του ιδίου (του γέροντος ιερέως), αλλά εκείνος στα περισσότερα θεωρούσε ότι ο ίδιος του τα είχε πει και απλώς τα ενθυμείτο ο άγιος. Για παράδειγμα, κάποια φορά ο διορατικός όσιος Γέρων έφερε χαρτί και μολύβι και ζωγράφισε επακριβώς το πατρικό σπίτι του ιερέως στην επαρχία, αναφέροντας λεπτομέρειες που τον έκαναν να μείνει έκθαμβος. Σιγά σιγά συνειδητοποιούσε περί τίνος επρόκειτο, ποιον είχε ενώπιόν του.
Άλλη φορά έλεγε ο όσιος σ’ εκείνον και σε συγγενείς του που τον είχαν επισκεφθή, ότι πολλές φορές «του ανοίγεται μπροστά του σαν ένα παράθυρο, από το οποίο βλέπει και παρακολουθεί τη ζωή των ανθρώπων μέχρι και την Αφρική». Κι αυτό είναι απειράκις βεβαιωμένο από πάμπολλους ανθρώπους, οι οποίοι αν και ζούσαν σε άλλες ηπείρους από εκείνον, τους έπαιρνε ξαφνικά τηλέφωνο ο Γέροντας, για να τους πει ότι τους βλέπει και ότι πρέπει να προφυλαχτούν από συγκεκριμένους κινδύνους ή και συγκεκριμένα πρόσωπα, ακόμη δε και να τους επαινέσει για κάποιες ενέργειές τους.
Κάποια φορά, μετά την κοίμηση του αγίου Γέροντα, ο π.Γ.Κ. πηγαίνοντας σε κάποια εργασία κοντά στο μοναστήρι του π. Πορφυρίου, σκέφτηκε να περάσει να προσκυνήσει. Ήταν προχωρημένη όμως η ώρα και γι’ αυτό, μολονότι κτύπησε τη θύρα, δεν του άνοιξαν. «Γέροντα», είπε νοερά, «σε επισκέφτηκα, αλλά δυστυχώς δεν μπορώ να περιμένω άλλο. Συγχώρεσέ με». Κι έφυγε. Την επομένη ημέρα, τον επισκέφτηκε η κόρη του, η οποία παραξενεμένη του είπε: «Πατέρα, είδα ένα περίεργο όνειρο. Παρουσιάστηκε ο Γέρων Πορφύριος, ο οποίος μου είπε να σου ειπώ πως χάρηκε πολύ από την επίσκεψη που του έκανες χθές». Δάκρυσε ο καλός ιερέας. Διότι βεβαίως δεν είχε αναφέρει σε κανέναν ότι έκανε παράκαμψη για το μοναστήρι του Γέροντος.
Ο μακαριστός πια κι αυτός, γαμπρός του π.Γ.Κ., σύζυγος της αναφερθείσης κόρης του, με μεγάλη πράγματι αγάπη στον όσιο Γέροντα, είχε τη συνήθεια το πρωί που ξυπνούσε να φιλά το μέτωπο του π. Πορφυρίου από μία φωτογραφία του που είχε κρεμασμένη. Πολύ συγγενικό πάλι πρόσωπο του π.Γ.Κ. είδε εξίσου με το προηγούμενο «περίεργο» όνειρο, χωρίς βεβαίως να γνωρίζει κι αυτός τη συνήθεια του ανθρώπου. Είδε τον Γέροντα να είναι μαζί με τον ιερέα Γ.Κ. και με τον περί ου ο λόγος γαμπρό του. Κι απόρησε, όταν άκουσε τον π. Πορφύριο να λέει σ’ αυτόν: «Εσύ, έλα να με φιλήσεις εδώ», δείχνοντας το μέτωπό του.
Ο όσιος Πορφύριος είναι ολοζώντανος, έστω κι αν έχει φύγει από τη ζωή αυτή εδώ και αρκετά χρόνια. «Δίκαιοι εις τον αιώνα ζώσι» μας βεβαιώνει ο λόγος του Θεού, κι αυτό ισχύει για όλους τους αγίους μας, ισχύει και για τον άγιο Πορφύριο βεβαίως τον Καυσοκαλυβίτη. Και δεν εννοούμε τη ζωντάνια του, λόγω του ότι ζει απλώς στις καρδιές των ανθρώπων ούτε ότι ευρίσκεται όπως όλοι οι κεκοιμημένοι «εν χειρί Θεού». Εννοούμε τη ζωντάνια που έχουν οι άγιοι, οι οποίοι μέτοχοι της δόξας του Θεού και της αγάπης Του, εν Πνεύματι και χάριτι βλέπουν την κατάσταση του κόσμου, ακούνε τις προσευχές των ανθρώπων, επεμβαίνουν με την παρρησία που έχουν στον Κύριο να δώσει λύση στα προβλήματά τους. Ο ίδιος ο Γέροντας Πορφύριος το είχε βεβαιώσει όσο ζούσε: «Μετά τον θάνατό μου θα βρίσκομαι περισσότερο κοντά σας. Αν τώρα, έχοντας το σώμα μου μπορώ και σας παρακολουθώ, τότε ακόμη πιο πολύ».
παπα Γιώργης Δορμπαράκης