Πολλοί είναι οι άνθρωποι που αυτοτιτλοφορούνται «Σωτήρες της ανθρωπότητας». Ποιος απ’ όλους τους όμως θα μπορούσε να φανταστεί πως θα ήταν δυνατό να σώσει ανθρώπους από το θάνατο; Στην ιστορία έχουμε δει πολλούς καταχτητές. Κανένας τους όμως δε νίκησε το θάνατο. Στη γη γνωρίσαμε πολλούς βασιλιάδες που είχαν εκατομμύρια υποτελείς. Κανένας τους όμως δεν μπόρεσε να μετρήσει στους υποτελείς του και τους νεκρούς μαζί με τους ζωντανούς.
Από τη δημιουργία του κόσμου και του χρόνου όλοι οι λαοί της γης πίστευαν πως υπάρχει πνευματικός κόσμος, αόρατα πνεύματα. Πολλοί άνθρωποι όμως απομακρύνθηκαν από τη θεωρία αυτή κι αποδίδουν μεγαλύτερη δύναμη στα πονηρά πνεύματα, παρά στα αγαθά.
Οι άνθρωποι είναι άδικοι με το Θεό, γι’ αυτό και εξοργίζονται μαζί Του. Ποιός έχει το δικαίωμα όμως να εξοργιστεί εναντίον οποιουδήποτε και μάλιστα εναντίον του Θεού;
Ένας άνθρωπος βάδιζε στο δάσος. Ήθελε να διαλέξει ένα καλό δέντρο, απ’ όπου θα έβγαζε δοκάρια για τη σκεπή του σπιτιού του. Εκεί είδε δύο δέντρα, το ένα δίπλα στο άλλο. Το ένα ήταν ίσιο, λείο και ψηλό, αλλά το εσωτερικό του, ο πυρήνας του, ήταν σάπιο. Το άλλο είχε ανώμαλη επιφάνεια κι ο κορμός του έδειχνε άσχημος. Το εσωτερικό του όμως ήταν γερό. Ο άνθρωπος αναστέναξε και είπε:
Συχνά είμαστε αδύναμοι να διδαχτούμε από τα μεγάλα πράγματα και διδασκόμαστε από τα μικρά. Αφού δεν μπορούμε να κατανοήσουμε πώς o Θεός βλέπει όλους τους ανθρώπους, ας παρατηρήσουμε πώς στέλνει ο ήλιος το φως του παντού στη γη, σ’ όλα τα πράγματα. Αν αδυνατούμε να κατανοήσουμε πως
Δεν υπάρχει ούτε μια εντολή τού Θεού που δεν έχουν παραβιάσει οι άνθρωποι. Δεν υπάρχει ούτε μία μοναδική εντολή τού Θεού που να έχουν τηρήσει οι άνθρωποι χωρίς να γογγύσουν και να διαμαρτυρηθούν. Και δεν υπάρχει ούτε μία εντολή τού Θεού που να παραβίασε ο Κύριος Ιησούς κι ούτε μία που να την τήρησε με γογγυσμούς και διαμαρτυρίες.
Πολλοί είναι οι άνθρωποι που αυτοτιτλοφορούνται «Σωτήρες της ανθρωπότητας». Ποιος απ’ όλους τους όμως θα μπορούσε να φανταστεί πως θα ήταν δυνατό να σώσει ανθρώπους από το θάνατο; Στην ιστορία έχουμε δει πολλούς καταχτητές. Κανένας τους όμως δε νίκησε το θάνατο. Στη γη γνωρίσαμε πολλούς βασιλιάδες που είχαν εκατομμύρια υποτελείς. Κανένας τους όμως δεν μπόρεσε να μετρήσει στους υποτελείς του και τους νεκρούς μαζί με τους ζωντανούς.
Όταν οι άνθρωποι έχουν παντοτινή επίγνωση της φιλανθρωπίας του Θεού προς αυτούς, θα είναι φιλάνθρωποι κι ο ένας προς τον άλλον. Δεν υπάρχει τίποτ’ άλλο που να κάνει τους ανθρώπους άσπλαχνους προς τους άλλους, όσο η πεποίθηση πως κανένας δε θέλει να δώσει και στους ίδιους. Κανένας; Και πού είναι ο Θεός τότε; Δε μας αποζημιώνει κάθε μέρα και κάθε νύχτα ο Θεός με την ευσπλαχνία Του, σε αντίθεση μ’ εμάς που είμαστε άσπλαχνοι; Δεν είναι πιο σπουδαίο για μας να μας ευεργετήσει ο Βασιλιάς στην αυλή Του με την ευσπλαχνία Του, αντί να μας ευεργετούν οι δούλοι Του; Τί μας ωφελεί αν μας ευεργετούν όλοι οι δούλοι Του, αλλά ο Βασιλιάς είναι συγκρατημένος απέναντι μας;
Ο Θεός μας είναι ο Νικητής. Όλες οι καλές νίκες, μόνιμες ή πρόσκαιρες, από την αρχή του χρόνου ως το τέλος της ιστορίας, ανήκουν σ’ Εκείνον. Είναι νικητής όταν αποκαθιστά την τάξη, μέσα στην αταξία που προκαλούν αμαρτωλοί άνθρωποι. Όταν οι χειρότεροι των ανθρώπων ανέρχονται στην πρώτη θέση και οι καλλίτεροι πέφτουν στην τελευταία,
Όταν ό Θεόδωρος ό Ηγιασμένος βρισκόταν στην Πανόπολη με τον πνευματικό του πατέρα, όσιο Παχώμιο, ένας φιλόσοφος τον προσέγγισε και τον προκάλεσε σε διαλεκτική συζήτηση περί την Πίστη. Ό φιλόσοφος υπέβαλε στον Θεόδωρο τρεις ερωτήσεις:
Γιατί οι άνθρωποι είναι πάντα τόσο βιαστικοί σήμερα; Για να δουν όσο γίνεται πιο γρήγορα την επιτυχία των προσπαθειών τους. Κι η επιτυχία έρχεται και παρέρχεται, αφήνοντας πίσω της κάποια ίχνη λύπης.
Τώρα σας συμβουλεύω να κάμετε από κομβολόγι μικροί και μεγάλοι και να το κρατήτε με το αριστερό χέρι, και με το δεξιό να κάμνετε τον σταυρόν σας και να λέγετε: Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού του ζώντος, διά της Θεοτόκου και πάντων των Αγίων ελέησόν με τον αμαρτωλόν και ανάξιον δούλον σου.